Τικ τακ χτυπάει το ρολόι. Τικ τακ, τρέχουν και οι αναμνήσεις φρενιασμένες προς κάθε κατεύθυνση του μυαλού μου. Ρουφώντας το τσιγάρο με λαχτάρα κοιτάω το κενό που υπάρχει μπροστά μου… μεγάλη ειρωνεία… κενό μπροστά μου, κενό και μέσα μου. Ζω σε δύο σκοτάδια. Μέσα στους καπνούς ξεπετάγεται η πρώτη ανάμνηση… ήταν καλοκαίρι πριν από πέντε χρόνια όταν σε γνώρισα, Αύγουστος θυμάμαι…σε φοβήθηκα, γιατί ήξερα που μπορούσες να φωτίσεις τα σκοτάδια μου… και το σκοτάδι ήταν το μόνο που ήξερα καλά. Βλέπεις δεν είμαι άνθρωπος φωτεινός, ούτε έχω μάθει το χάδι.. το πρώτο φιλί ήρθε και ένιωσα τα πυροτεχνήματα. Ένιωσα την οικειότητα που νιώθουν δύο σώματα που γνωρίζονται χρόνια.. Διώχνω τον καπνό για να χαθεί η ανάμνηση, καθώς ένιωσα την πρώτη τσιμπιά στην καρδιά μου.
Συνεχίζω να καπνίζω στο σκοτάδι, νιώθω τα μάγουλα μου καυτά. Ξέρω ότι έχω αρχίσει να δακρύζω. Κάπου ανάμεσα στον καπνό και στο τσιγάρο θυμάμαι αυτά τα δύο χρόνια που δεν μιλούσαμε. Μακάρι να ήξερες πως ένιωθα… ζούσα στις αναμνήσεις, αυτές τις λίγες που μου είχες χαρίσει. Ξυπνούσα και κοιμόμουν με τη σκέψη σου.. ήξερα ότι έκανα ένα τρομερό λάθος καθοδηγούμενη από λάθος κριτήρια… δεν μπορούσα να προχωρήσω. Δεν μπορούσα να διορθώσω πότε το λάθος που έκανα. Τα χέρια μου ήταν ήδη ματωμένα, ήταν μάταιο να προσπαθώ να κολλήσω τα γυαλιά με πληγωμένα χέρια. Το μόνο που κατάφερνα ήταν να πληγώνομαι περισσότερο. Σκουπίζω τα δάκρυα μου με την ελπίδα πως θα σκουπίσω έτσι και τις σκέψεις μου μα δεν φεύγουν τόσο εύκολα αυτή τη φορά. Κάθε φορά επιστρέφουν όλο και πιο δυνατές και επιτακτικές. Όσο και να προσπαθώ να τις σβήσω δεν σβήνουν τόσο εύκολα.
Κοιτάζω για λίγο προς την κατεύθυνση που κινείται ο καπνός μου και νομίζω ότι σε βλέπω. Είσαι ακριβώς όπως εκείνο το βράδυ του Νοεμβρίου. Θυμάσαι; Ενιωθα τόσο ευτυχισμένη εκείνο το βράδυ. Νόμιζα ότι επιτελους η λαχτάρα της ψυχής μου και του κορμιού μου θα έσβηναν. Θεώρησα βλέπεις πως με αγαπούσες ακόμα... Πώς δεν με ξέχασες, πως θα έμενες... Και κάθε φορά που νόμιζα ότι θα μεινεις έφευγες όλο και πιο μακριά. Και κάθε φορά που έφευγες έπαιρνες και από ένα κομμάτι μου. Και μετά επέστρεφες. Και εγώ σε υποδεχομουν στην ζωή μου με την ίδια αγάπη και λαχτάρα. Μου έδειξες τον χειρότερο εαυτό σου και όμως συνέχισα να σε κρατάω μέσα στην αγκαλιά μου και να σε κοιτάζω με τον ίδιο τρόπο... συνεχίζω να κοιτάζω τον καπνό και βλέπω όλες τις φορές που ξυπνούσα δίπλα σου... Σχεδόν σε ακούω να μου λες ότι θα φύγεις για πάντα ότι δεν θα υπάρχεις πλέον στη ζωή μου.. Σε έβλεπα να απομακρύνεσαι λίγο-λίγο και όσο και αν προσπαθούσα να σε κρατήσω σφιχτά, εσύ ξεγλιστρουσες από την αγκαλιά μου.
Η σκέψη μου βρίσκεται πλέον σε πλήρης αταξία, ακούω τα τελευταία κομμάτια μου να πέφτουν κάτω και να σπάνε. Τα δάκρυα μου ανακατεύονται με τον καπνό και ο πόνος έχει καταλάβει κάθε κύτταρο του κορμιού μου. Το σώμα μου είναι γεμάτο πληγές που προσπάθησα να σβήσω σε άλλα σώματα, μάταια όμως.Όσο και αν προσπάθησα ποτέ δεν κατάφερα να σε σβήσω. Βλέπεις, τα αισθήματα που έχω όταν είμαι στην αγκαλιά σου... Όταν σε κοιτάζω... Όταν σε φιλάω... Όταν κάνουμε έρωτα... δεν μπορώ να τα νιώσω με κανέναν. Το σκοτάδι με έχει καταπιεί πλέον και μαζί με εμένα και κάθε ελπίδα φωτός. Το κενό με έχει αγκαλιάσει και δεν μπορώ να νιώσω τίποτα... μετράω τις πληγές μου... αυξήθηκαν. Κάθε προσπάθεια να κόψω τα αόρατα νήματα που με ενώνουν με εσένα αποβαίνει μάταια. Το νήμα γίνεται πιο χοντρό, πιο δυνατό... Ακριβώς όπως και το τείχος που υψωνω γύρω μου...
Ο ειρμος μου πηδάει σε χρόνο παρελθοντικο και παροντικο. Δεν ξέρω που να σε καταταξω... προσπαθώ να σε κρατήσω στο παρόν μου για να υπάρχεις και στο μέλλον μου. Σου δείχνω κάθε απόχρωση της ψυχής μου, όμως τίποτα δεν μπορεί να σε κρατήσει εδώ. Ξεφεύγεις συνεχώς... μπαίνεις στην ζωή μου σαν τον κλέφτη και κάθε φορά μου φεύγεις πριν το καταλάβω... το τσιγάρο μου έχει σχεδόν τελειώσει. Μένουν ακόμα μερικές ρουφηξιες...Ακριβώς όπως και ο χρόνος μου μαζί σου. Παλεύω να ξεφύγω, μα στροβιλιζομαι συνεχώς σε μια δίνη που έφτιαξα μόνη μου.. Κοιτάζω το κινητό μου για λίγο μήπως και φανεις, μα υπάρχει μόνο σιωπή... βγαίνω για λίγο από τον λαβύρινθο των σκέψεων και πριν ξαναπεσω καταλαβαίνω πως για άλλη μια φορά ψιθυρίζω πράγματα που δεν θα ακούσεις. Σβήνω τη γοπα μου με τον ίδιο τρόπο που σβήνω τα αισθήματα μου. Τακτοποιω όπως και όπως τις σκέψεις μου και σηκώνομαι, μα πριν κλείσω την πόρτα πίσω ριχνω μια τελευταία μάτια στον καπνό που υπάρχει στην ατμόσφαιρα και μας βλέπω να χαζογελαμε στο κρεβάτι πειράζοντας ο ένας τον άλλον...
Συνεχίζω να καπνίζω στο σκοτάδι, νιώθω τα μάγουλα μου καυτά. Ξέρω ότι έχω αρχίσει να δακρύζω. Κάπου ανάμεσα στον καπνό και στο τσιγάρο θυμάμαι αυτά τα δύο χρόνια που δεν μιλούσαμε. Μακάρι να ήξερες πως ένιωθα… ζούσα στις αναμνήσεις, αυτές τις λίγες που μου είχες χαρίσει. Ξυπνούσα και κοιμόμουν με τη σκέψη σου.. ήξερα ότι έκανα ένα τρομερό λάθος καθοδηγούμενη από λάθος κριτήρια… δεν μπορούσα να προχωρήσω. Δεν μπορούσα να διορθώσω πότε το λάθος που έκανα. Τα χέρια μου ήταν ήδη ματωμένα, ήταν μάταιο να προσπαθώ να κολλήσω τα γυαλιά με πληγωμένα χέρια. Το μόνο που κατάφερνα ήταν να πληγώνομαι περισσότερο. Σκουπίζω τα δάκρυα μου με την ελπίδα πως θα σκουπίσω έτσι και τις σκέψεις μου μα δεν φεύγουν τόσο εύκολα αυτή τη φορά. Κάθε φορά επιστρέφουν όλο και πιο δυνατές και επιτακτικές. Όσο και να προσπαθώ να τις σβήσω δεν σβήνουν τόσο εύκολα.
Κοιτάζω για λίγο προς την κατεύθυνση που κινείται ο καπνός μου και νομίζω ότι σε βλέπω. Είσαι ακριβώς όπως εκείνο το βράδυ του Νοεμβρίου. Θυμάσαι; Ενιωθα τόσο ευτυχισμένη εκείνο το βράδυ. Νόμιζα ότι επιτελους η λαχτάρα της ψυχής μου και του κορμιού μου θα έσβηναν. Θεώρησα βλέπεις πως με αγαπούσες ακόμα... Πώς δεν με ξέχασες, πως θα έμενες... Και κάθε φορά που νόμιζα ότι θα μεινεις έφευγες όλο και πιο μακριά. Και κάθε φορά που έφευγες έπαιρνες και από ένα κομμάτι μου. Και μετά επέστρεφες. Και εγώ σε υποδεχομουν στην ζωή μου με την ίδια αγάπη και λαχτάρα. Μου έδειξες τον χειρότερο εαυτό σου και όμως συνέχισα να σε κρατάω μέσα στην αγκαλιά μου και να σε κοιτάζω με τον ίδιο τρόπο... συνεχίζω να κοιτάζω τον καπνό και βλέπω όλες τις φορές που ξυπνούσα δίπλα σου... Σχεδόν σε ακούω να μου λες ότι θα φύγεις για πάντα ότι δεν θα υπάρχεις πλέον στη ζωή μου.. Σε έβλεπα να απομακρύνεσαι λίγο-λίγο και όσο και αν προσπαθούσα να σε κρατήσω σφιχτά, εσύ ξεγλιστρουσες από την αγκαλιά μου.
Η σκέψη μου βρίσκεται πλέον σε πλήρης αταξία, ακούω τα τελευταία κομμάτια μου να πέφτουν κάτω και να σπάνε. Τα δάκρυα μου ανακατεύονται με τον καπνό και ο πόνος έχει καταλάβει κάθε κύτταρο του κορμιού μου. Το σώμα μου είναι γεμάτο πληγές που προσπάθησα να σβήσω σε άλλα σώματα, μάταια όμως.Όσο και αν προσπάθησα ποτέ δεν κατάφερα να σε σβήσω. Βλέπεις, τα αισθήματα που έχω όταν είμαι στην αγκαλιά σου... Όταν σε κοιτάζω... Όταν σε φιλάω... Όταν κάνουμε έρωτα... δεν μπορώ να τα νιώσω με κανέναν. Το σκοτάδι με έχει καταπιεί πλέον και μαζί με εμένα και κάθε ελπίδα φωτός. Το κενό με έχει αγκαλιάσει και δεν μπορώ να νιώσω τίποτα... μετράω τις πληγές μου... αυξήθηκαν. Κάθε προσπάθεια να κόψω τα αόρατα νήματα που με ενώνουν με εσένα αποβαίνει μάταια. Το νήμα γίνεται πιο χοντρό, πιο δυνατό... Ακριβώς όπως και το τείχος που υψωνω γύρω μου...
Ο ειρμος μου πηδάει σε χρόνο παρελθοντικο και παροντικο. Δεν ξέρω που να σε καταταξω... προσπαθώ να σε κρατήσω στο παρόν μου για να υπάρχεις και στο μέλλον μου. Σου δείχνω κάθε απόχρωση της ψυχής μου, όμως τίποτα δεν μπορεί να σε κρατήσει εδώ. Ξεφεύγεις συνεχώς... μπαίνεις στην ζωή μου σαν τον κλέφτη και κάθε φορά μου φεύγεις πριν το καταλάβω... το τσιγάρο μου έχει σχεδόν τελειώσει. Μένουν ακόμα μερικές ρουφηξιες...Ακριβώς όπως και ο χρόνος μου μαζί σου. Παλεύω να ξεφύγω, μα στροβιλιζομαι συνεχώς σε μια δίνη που έφτιαξα μόνη μου.. Κοιτάζω το κινητό μου για λίγο μήπως και φανεις, μα υπάρχει μόνο σιωπή... βγαίνω για λίγο από τον λαβύρινθο των σκέψεων και πριν ξαναπεσω καταλαβαίνω πως για άλλη μια φορά ψιθυρίζω πράγματα που δεν θα ακούσεις. Σβήνω τη γοπα μου με τον ίδιο τρόπο που σβήνω τα αισθήματα μου. Τακτοποιω όπως και όπως τις σκέψεις μου και σηκώνομαι, μα πριν κλείσω την πόρτα πίσω ριχνω μια τελευταία μάτια στον καπνό που υπάρχει στην ατμόσφαιρα και μας βλέπω να χαζογελαμε στο κρεβάτι πειράζοντας ο ένας τον άλλον...