Saturday 7 January 2017

Ερωτεύτηκα το κενό, γιατί μέσα του μπορώ και χωράω

Λένε πως η όσφρηση είναι συνδεδεμένη με τις αναμνήσεις μας. Μια μυρωδιά μπορεί να φέρει στο μυαλό μας θαμμένα μυστικά που δεν θέλαμε ποτέ να βγούν στην επιφάνεια ή που είχαμε ξεχάσει τελείως με το πέρασμα των χρόνων. Είναι πάντα εκεί παρόλα αυτά. Πάντα εκεί για να μας βάλουν στον πειρασμό να θυμηθούμε και να αναπολήσουμε τελειωμένα πράγματα, πράγματα που είναι πεθαμένα πιά. Φαντάσματα του παρελθόντος που έρχονται μιά στο τόσο για να στοιχειώσουν τις άκρες του μυαλού μας. Ήταν πρωί και ξύπνησα λόγω μιάς πολύ οικείας μυρωδιάς. Είχα να μυρίσω κάτι τέτοιο αιώνες. Απορούσα αν όντως ήμουν ακόμα σε κάποιο όνειρο ή αν είναι πραγματικότητα. Έκανα διστακτικά βήματα απο το δωμάτιο μου προς το σαλόνι και ένιωθα ανάμεικτα συναισθήματα φόβου και χαράς. Φτάνω λίγο πιο κοντά προς το σαλόνι και ακούω έναν χαρακτηριστικό ήχο που πριν κάποια χρόνια με έκανε απίστευτα χαρούμενο. Μια καφετιέρα που έφτιαχνε φρέσκο καφέ φίλτρου. Η μυρωδιά του φουντουκιού είχε γεμίσει τον αέρα σαν να ήθελε να μου θυμίσει τι είχα κάποτε και τι έχασα. Ένα μικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη μου. Αναμνήσεις μιας άλης ζωής που έχει τελειώσει. Μιας άλλης αγάπης, τόσο λαμπρή όσο η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Όλα τελειώνουν με μια προδοσία, όπως και η αυτοκρατορία. Πίσω στον καφέ ομως. Κάθομαι στο τραπέζι και κοιτάζω την μάνα μου να μου φτιάχνει καφέ. ''Γιατί φίλτρου;'' ρώτησα. Ξέρω πόσο πολύ σου αρέσει μου απάντησε. Κατέβασα το κεφάλι μου χωρίς να απαντήσω. Έρχεται και η καυτή κούπα του καφέ, καθισμένη κάτω απο την μύτη μου και τα μάτια μου καρφωμένα στο όμορφο μαύρο χρώμα του πικρού καφέ μου. Μαύρο σαν μαύρη τρύπα. Σαν την άβυσσο του μυαλού της που απολάμβανα κάποτε.

 Πίνω την πρώτη γουλιά και το χαμόγελο μου γίνεται ακόμα πιο μεγάλο. Αχ, πόσο μισώ αυτόν τον καφέ. Πόσο μισώ εσένα και τα μάτια σου και τα όλα σου, σκέφτηκα χαμογελώντας σαν ερωτευμένο παιδάκι. Θυμάμαι νύχτες βροχερές με κρύο να χορεύεις στην μέση του δρόμου και εγώ να σου φωνάζω πως είσαι τρελή, με το φούτερ μου στα χέρια για να το βάλω πάνω σου μην μου κρυώσεις. Χωρίς να με νοιάζει αν είμαι μισόγυμνος μέσα σε κόσμο. Χωρίς να με νοιάζει ο πλυθησμός γύρω μας. Μιά στιγμή μόνο εγώ και εσύ. Τρελή για σένα φώναζες και έκανες στροφές με τα χέρια ψηλά και τις παλάμες ανοιχτές. Σου άρεσε η βροχή, δεν έπαιρνες ομπρέλα. Το καράβι στο άδειο μου λιμάνι. Η μπόρα στην ήρεμη θάλασσα μου. Αυτό ήσουν. Αυτό θα είσαι και αυτό θα συνεχίσεις να είσαι. Στα μισά ο καφές και το χαμόγελο μου δεν λέει να φύγει απο τα χείλη μου. Αυτό είναι αγάπη μάλλον. Να χαμογελάς και εσύ και εγώ. Και ας μας χωρίζουν χιλιόμετρα χιλιάδες, να χαμογελάς.
Κρύα τα χέρια μου έλεγες μα για σένα το άγγιγμα μου ήταν ζεστό. Στεναχώρημένα τα μάτια μου έλεγες. Σπασμένοι καθρέφτες με διεστραμμένα είδωλα μέσα τους. Πάντα αναρωτιόμουν. Πώς ήταν διεστραμμενο το είδωλο αφού εγώ κοιτούσα μόνο εσένα; Αγάπη μου μεγάλη, αγάπη μου διεστραμμένη και ο καφές σχεδόν τελείωσε.

Ερωτεύτηκα το κενό γιατί μέσα του μπορώ και χωράω. Μέσα σου ήμουν καλά. Σε μια γλυκιά φυλακή που όταν μπήκα έσπασα το κλειδί και απο τότε δεν μπορώ να αποδράσω. Δεν θέλω κιόλας, μην νομίζεις. Ποτέ μου δεν ήθελα και ποτέ δεν θα θελήσω. Ο καφές σου ήταν πάντα ο πιο ζεστός και τους καφέδες μου δεν τους αλλάζω. Ίσως να μας βρεί η ζωή ξανά σε όμορφα πρωινά με καφέδες καυτούς και βλέμματα σιωπηλά που λένε πολλά. Ποιός ξέρει. Ίσως, κάπως, κάποτε να πιούμε απο την ίδια κούπα. Ίσως όμως να πρέπει να αποδεχθούμε πως η ζωή δεν είναι ταινία. Δεν είμαστε εμείς οι πρωταγωνιστές της ταινίας μας αλλά οι σκηνοθέτες. Δεν έχει πάντα happy ending η ταινία μας αυτή μα δεν πειράζει. Μια κούπα καφέ είναι αρκετή για να γίνει η ταινία άξια προβολής.
Μια κούπα καφέ και αυτή η  περίεργη σχέση που έχουμε με το τέλος που ποτέ μας δεν μπορέσαμε να χωνέψουμε.

No comments:

Post a Comment